Η ιουδαίο-χριστιανική αντίληψη αποδεχέται τον δυισμό, δηλαδή την απόλυτη διάκριση μεταξύ του Κόσμου (Το Ειναι) και της θεϊκης ύπαρξης η αλλιώς μεταξύ του γεννημένου Κόσμου και του αγέννητου θεού.
Σύμφωνα με την ιουδαίο-χριστιανική αντίληψη το Απόλυτο δεν είναι ο Κόσμος αλλά ο θεός. Ο Κόσμος δεν είναι ιερός, δεν είναι η ουσία και το σώμα του θεού, ούτε είναι αγέννητος και αυτάρκης. Η ούσια του Κόσμου δεν έχει σαν προέλευση της την θεϊκή ουσία υπάρχει μόνο ένα απόλυτο και αυτό είναι ο θεός, ο οποίος είναι αγεννήτος και αυτάρκης. Οτιδήποτε δεν είναι θεός είναι το έργο του. Δεν υπάρχει ενδιάμεση κατάσταση μεταξύ του θεού και του Κόσμου, μεταξύ του δημιουργού και της δημιουργίας. Ο Κόσμος είναι τελίως διαχωρισμένος από τον δημιουργό του όπως τονίζει το Πρώτο Συμβούλιο του Βατικανού (1870).
Ο Χριστιανισμός παρουσιάζει τον δυισμό στην πιό ακραία του μορφή. Δανείστηκε από την Ελληνική φιλοσοφία διάφορες αντινομίες όπως ψυχή-σώμα, νούς-ύλη, αγέννητο- γεννημένο, νοητό-αισθήτο και παρουσιάζει την ύπαρξη τους ως λογική συνέπεια του δυισμού. Η ακραία παρουσίαση των αντινομίων αυτών αναγκάζει τον Χριστιανισμό να διαχωριστεί ακόμη περισσότερο απο την πραγματικότητα, προσθέτοντας οτι ακόμη και η ηθική πρέπει να διαχωριστεί απο τον Κόσμο και την ανθρώπινη φύση.
Αντιθέτως, ο Ελληνισμός απορρίπτει αυτή τη μορφή δυισμού, θεωρεί τον Κόσμο ως την μοναδική ύπαρξη. Το Είναι του προέρχεται εσωτερικά απο την ίδια του τη φύση. Η ουσία του Κόσμου δεν είναι διακριτή απο την ύπαρξη του. Ο Κόσμος είναι αδημιούργητος, αιώνιος και άφθαρτος, δεν έχει αρχή ή αν υπάρχει, είναι η αρχή ενος νέου κύκλου ή ένα νέο ξεκίνημα. Η Θεογονία είναι ίδια με την Κοσμογονία, το νοητό μέρος της ψυχής είναι μέρος της θεϊκής ουσίας. Ο θεός είναι έμφυτος και ομοούσιος με τον Κόσμο.
Οι Θεωρίες αυτές υπήρχαν υπό σταθερή εξέλιξη στην Ελληνική φιλοσοφία. Ο Ηράκλειτος στα “Περί Φύσεως” γράφει: “Αυτόν τον κόσμο δεν τον έπλασε κανένας θεός ή άνθρωπος, παρά υπήρχε πάντα, υπάρχει και θα υπάρχει: μια αιώνια, ζωντανή φωτιά, που ανάβει με μέτρο και σβήνει με μέτρο”.
Για τον Παρμενίδη το απόλυτο δεδομένο είναι η γυμνή ύπαρξη η ίδια. Ο Παρμενίδης, στο ποίημά του ‘‘Περί φύσεως’’, διατυπώνει την οντολογική θεώρηση ότι το πραγματικό «Ον» είναι Ένα, αδιαίρετο, αγέννητο, άφθαρτο, αμετάβλητο, ακίνητο και αιώνιο.
Ο Αριστοτέλης αναφέρει στα ¨Μεταφυσικα¨ οτι οι Πυθαγόρειοι και ο Πλάτωνας θεωρούσαν οτί το Ενα και το Ον δεν είναι διακριτά και είναι η ουσία των όντων.
Οι φιλοσοφιικές σχολές όπως οι Πυθαγόρειοι, Πλατωνικοί, Περιπατητικοί, Στωικοί, και οι Νεο-Πλατωνικοί απορρίπτουν την απόλυτη αρχή του χρόνου, τον πρώτο άνθρωπο ή την τελική καταστροφή του Κόσμου που δεν θα ακολουθηθεί από μία νέα αρχή ή ένα νέο κύκλο.
O Πλάτωνας (του οποιού το έργο σφετερίστικε ο Χριστιανισμός) εμφανίζεται στον ¨Τίμαιο¨ να διδάσκει οτι ο Κόσμος έχει δημιουργηθεί, άραγε υπήρχε μία αρχή. Όμως, οπως αναφέρει ο Αλαίν Ντε Μπενουά στο βιβλίο του “ On Being Pagan” δεν προσπαθεί να εξηγήσει την αρχη του Κοσμου αλλά να αναλύσει την σχέση που πιθανόν να έχει το νοήτο ον με το αισθητό ον στην δημιουργία του Κόσμου, οχι με την ένοια της αρχικής δημιουργίας εκ του μηδενός αλλά της αρχής ενός νέου κύκλου.
Κώστας Καμπέρης